πτερόεις

πτερόεις
πτερόεις (-όεις, -όεντι, -όεντα).)
a winged

ὁ καρτερὸς ὁρμαίνων ἕλε Βελλεροφόντας ἵππον πτερόεντ O. 13.86

Ἰξίονα φαντὶ ταῦτα βροτοῖς λέγειν ἐν πτερόεντι τροχῷ παντᾷ κυλινδόμενον P. 2.22

πτερόεντ' αἰετὸν P. 2.50

πτερόεις Πάγασος I. 7.44

b feathered

πτερόεντα δ' ἵει γλυκὺν Πυθῶνάδ ὀιστόν O. 9.11

c (= ποτανός) met., soaring

καὶ πτερόεντα νέον σύμπεμψον ὕμνον I. 5.63

d frag. πτε[ρ]οε[ fr. 1a. 7.

Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • πτερόεις — feathered masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πτερόεις — εσσα, εν, ΝΑ (ποιητ. τ.) 1. αυτός που έχει φτερά, ο φτερωτός 2. φρ. «έπεα πτερόεντα» μτφ. i) λόγια ευκίνητα, που πετούν γρήγορα, γοργά ii) λόγια που πετούν και χάνονται (Ομ. Ιλ.) 2. το αρσ. ως ουσ. ο πτερόεις ζωολ. γένος φανταχτερών… …   Dictionary of Greek

  • πτερόεντα — πτερόεις feathered neut nom/voc/acc pl πτερόεις feathered masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πτεροέντων — πτερόεις feathered masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πτεροέσσαις — πτερόεις feathered fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πτεροῦσσα — πτερόεις feathered fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πτεροῦσσαν — πτερόεις feathered fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πτερόεντας — πτερόεις feathered masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πτερόεντες — πτερόεις feathered masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πτερόεντι — πτερόεις feathered masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πτερόεντος — πτερόεις feathered masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”